Στα κάτεργα του Σπάτς, γιατί δίδαξα την ελευθερία

Στα κάτεργα του Σπάτς, γιατί δίδαξα την ελευθερία

Πόσο κοστίζει η αλήθεια; Ένας Έλληνας δάσκαλος διδάσκει περισσότερα από όσα επιτρέπονται σε καιρό δικτατορίας, στην Αλβανία του Χότζα. Η μοίρα θα τον οδηγήσει από την πιο σκληρή φυλακή της χώρας, στο ιερό της πρώτης εκκλησίας της Αλβανίας.

Μιχάλης Ματθαίου Μάσσιος. Γεννηθείς το 1935, εδώ, στη Δερβιτσάνη. Είμαι το όγδοο μέλος της οικογένειας Ματθαίου Μάσσιου. Το έκτο από τους άρρενες, απ' τους αρσενικούς, αλλά δυστυχώς, όλοι απουσιάζουν. Όλοι έχουν φύγει, είμαι μόνον εγώ ο τελευταίος στα ογδόντα εφτά και πλέον χρόνια.

Θυμάμαι ακριβώς και τους Ιταλούς και τους Γερμανούς κι εγώ αποκαλώ «Ιταλοελληνικό πόλεμο», όχι «Ελληνοϊταλικό», γιατί η Ιταλία προκάλεσε τον πόλεμο. Μας ήρθε μια εφημερίδα, όταν ήρθε ο ελληνικός στρατός εδώ, κι είχε τον Μπενίτο Μουσολίνι, που έπινε τον καφέ του με το φλυτζάνι στα Γιάννενα. Γιατί έτσι είπε: «Το πρωί στα Γιάννενα, το απόγευμα στην Αθήνα». Αλλά δεν μπόρεσε να πάει.

Όταν ήρθε η ηλικία, άνοιξαν τα σχολεία, πήγα στο δημοτικό της Δερβιτσάνης. Ευλογία Θεού, επειδή επί Ενβέρ Χότζα δεν είχε προσωπικό, πώς να πω, μορφωμένο, δασκάλους και τέτοια. Ήταν αναγκασμένος να πάρει δασκάλους, οι οποίοι έχουν τελειώσει στο εξωτερικό. Κι εκεί είχαμε καθηγητές, οι οποίοι έχουν τελειώσει Αθήνα, Ρώμη, Παρίσι, δηλαδή είχαμε μορφωμένους, πολύ εξελιγμένους και πήραμε κάποια μόρφωση πιο διαφορετική από τους άλλους. Κι από άποψη γενικά ιδεών και μόρφωσης, ήμασταν πιο προοδευμένοι από το αλβανικό στοιχείο. Εμείς, «οι μειονοτικοί Έλληνες» που μας έλεγαν, μας αποκαλούσαν. Το πνεύμα ήταν φιλοελληνικό. Έλληνες ήμασταν.

Από εκεί και πέρα, αφού τελειώσαμε την Παιδαγωγική Ακαδημία του Αργυροκάστρου, το 1954 βγήκα δάσκαλος. Όταν πάμε εμείς στην παιδαγωγική σχολή που άνοιξε, μας κάμανε τρία τμήματα την πρώτη τάξη. Το τρίτο τμήμα ήταν όλοι οι Έλληνες μειονοτικοί, το πρώτο τρίμηνο. Κατόπιν, έρχεται εντολή από το Υπουργείο Παιδείας στα Τίρανα, μας σμίξανε, μας ανταμώσαν, μας ανακατέψαν. Με Αλβανό καθόμουν. Δε μας άφηναν να ήμασταν δυο Έλληνες, όχι. Έλληνας-Αλβανός. Μας μπερδέψαν, μας ανακατέψαν.

Από εκεί και πέρα, με καθορίζουν δάσκαλο στους Άγιους Σαράντα. Από εκεί, ζήτησα μετάθεση. Με φέρνουν στο Αργυρόκαστρο και με στέλνουν στα Λιαμποχώρια, ορεινά χωριά της Αλβανίας του Αργυροκάστρου. Και τελικά, μου έρχεται εντολή το 1968: «Παύεσαι από δάσκαλος». «Γιατί;» τους λέω. Λέει: «Γιατί εσύ», μου λέει, «δίνεις πνεύμα ελληνικό στους μαθητές. Λες ότι οι Έλληνες έχουν δημοκρατία πραγματική, ενώ εδώ δεν υπάρχει δημοκρατία. Δηλαδή, προωθείτε τους Αλβανούς μαθητές για να αγαπήσουν την Ελλάδα. Λέτε ότι έχουν πιο δημοκρατικό το κράτος εκεί».

Δεν μπορούσαμε να λέγαμε πολλά υπέρ της Ελλάδος, ήταν σχεδόν ρητά απαγορευμένα. Βέβαια. Τι να έκανα τώρα, περίμενα τώρα τη σύλληψη τη δικιά μου. Όταν έρχονται, με συλλαμβάνουν: «Συλλάβαμε ένα φίδι», λέει. Κάτι παλιοκωθώνια, κομμουνιστές εδώ του χωριού μας. Τι να έκανα; Μου ρίξαν τις χειροπέδες, με παίρνουν, με πάνουν.

Εδώ έχουμε το παιχνίδι των «8». Με πηγαίνουν στο κελί αριθμό 8, με δικάζουν στις 8/8 -- στις 8 Νοέμβρη είχα αρραβωνιαστεί με την κυρία μου-- και μου δίνουν οχτώ χρόνια. Αυτά, δεν το ξεχνώ.

Όταν πάμε εκεί, μου λένε: «Ως φιλοέλληνας, έχεις πει τα αυτά». Βγήκαν ψευτομάρτυρες και χωριανοί δικοί. Μου λέει: «Για, έλεγες ότι τα έχουν, τα δυτικά κράτη έχουν βιομηχανία ανεπτυγμένη πολύ. Έχεις πει όπως η Γαλλία, η Αγγλία, η Ιταλία…» Μου έδωκαν κι εκεί οχτώ χρόνια. Και κάνω τριάμισι χρόνια φυλακή στο Σπάτσι. Το Σπάτσι ήταν η πιο τρομερότερη φυλακή της Αλβανίας.

Αρχικά δουλεύαμε, πήγα στα λατομεία. Στο «μαντέμι» που λένε αλλιώς ή στο… δούλευα εκεί. Το Σπάτσι έχει πολύ χρυσό, εμείς έπρεπε τουλάχιστον τρία βαγόνια να τα βγάζαμε. Ήμασταν κλεισμένοι οχτώ ώρες μέσα. Εμένα με 21 Γενάρη το 1980 έπεσε, έχει καταρρεύσει η στοά, έπεσε, κατάρρευσε και μου χτύπησε το πόδι. Ούτε πράσο δεν είχε να μου βάναν εκεί, για να περνούσαν οι πόνοι. Βλέπω έναν, σε δέκα μέρες απολύονταν, ήταν από εκεί, Αλβανός. Έπεφτε το υλικό και τον σκέπαζε σιγά-σιγά-σιγά και πιθανό να είναι και τα κόκκαλα του ακόμη σήμερα εκεί. Ορθός. Ποιος να πήγαινε; Ποιος είχε τόλμη να πήγαινε; Γιατί μπορεί να πάθαινε το ίδιο, να έπεφτε ολόκληρη η στοά εκεί. Αυτά είχαμε τραβήξει στο Σπάτσι.

Τελικά ο Χότζας, επειδή κατάρρευσε, λέει: «Από οχτώ χρόνια και κάτω, απολύονται». Απολύθηκα κι εγώ. Έκανα μόνο τριάμισι χρόνια και δεκαέξι μέρες. Από εκεί, ήρθα εδώ. Τελικά, όταν άλλαξε το σύστημα το ’92, μιλώ, μαζευόμαστε και λέει: «Δε λειτουργούμε; Δεν ανοίγουμε την εκκλησία; Τι θα γίνει;» εφόσον κατάρρευσε πλέον το σύστημα. Και μαζευόμαστε και κηρύττομε την έναρξη της εκκλησίας. Ναι, αλλά η εκκλησία ήταν αποθήκη τότε, την είχαν αποθήκη. Στείλαμε γυναίκες, πάνε, καθαρίσαν και πάμε, λειτουργήσαμε εκεί. Η εκκλησία της Δερβιτσάνης ήταν η πρώτη που λειτούργησε στην Αλβανία.

Αφηγητής: Μάσσιος Μιχάλης
Ερευνήτρια: Κώτσια Φυλάνθη
Istorima.org


Σχόλια

Προσθήκη σχολίου