Ο Άγιος Κοσμάς στην τελευταία του περιοδεία (Ιούλιος 1779), φημολογείται ότι πέρασε και από τα χωριά Αλύκο και Τσαούσι. Στο κέντρο της επαρχίας Αλύκο υπήρχαν, ως αργά, δύο μεγάλες πέτρες όπου κάθισε ο Άγιος Κοσμάς και μίλησε στους πιστούς Αλυκιώτες που τον συνόδεψαν μέχρι το διπλανό χωριό, το Τσαούσι. Στο μέρος αυτό, οι κάτοικοι έχτισαν ένα μικρό εκκλησάκι προς τιμή του Αγίου Κοσμά. Την ίδια μέρα συνάντησε και τους πιστούς του χωριού Τσαούσι. Και στα δυο χωριά συμβούλεψε τους κατοίκους, με ιδιαίτερη επιμονή: «Να μάθουν τα παιδιά σας γράμματα».Δεν γνωρίζουμε εάν προσπάθησε να εγκαινιάσει σχολείο στα δύο αυτά χωριά. Η κοινή λογική μας επιβεβαιώνει ότι το κρυφό σχολείο, στο υπόγειο της εκκλησίας της Αγίας Βαρβάρας, λειτούργησε και διδάσκονταν τα απαραίτητα.
Όσο και αν φαίνεται περίεργο, τα δύο πιο διάσημα μέλη των Ένοπλών Ες Ες, δεν ήταν άριοι της γερμανικής φυλής, αλλά υπήκοοι του Βελγίου και της Δανίας.
Ο Βασίλης Ιωάννου, τέως έπαρχος του Αλύκου, ξεφυλλίζοντας διάφορα υλικά, ομολογίες, δεδομένα και διάφορες στατιστικές, προετοίμασε ένα σύγγραμμα για την παιδεία στο Αλύκο στο διάβα των αιώνων. Μια πολύ καλή πρωτοβουλία, για να μάθουν και οι νέοι τις ρίζες μας, την κουλτούρα, την παιδεία και τα Ελληνικά Γράμματά μας.
Η 12η Δεκεμβρίου είναι μία ημερομηνία με διπλή εθνική και ιστορική σημασία για τους Έλληνες της κατεχόμενης Ηπείρου. Σαν σήμερα πριν από 24 χρόνια (12-12-1990) οι κάτοικοι των ελληνόψυχων χωριών των Αγίων Σαράντα, με αφορμή την δολοφονία τεσσάρων παλικαριών από το Αλύκο και τη Γέρμα κατά την προσπάθεια τους να δραπετεύσουν από τον αλβανικό "σοσιαλιστικό παράδεισο" προς την Ελευθερία και την Μητέρα Ελλάδα, πραγματοποίησαν την πρώτη μαζική εξέγερση κατά του αιμοσταγούς κομουνιστικού καθεστώτος που εγκαθίδρυσε στην Αλβανία ο δικτάτορας Ενβέρ Χότζα.
Στην αρχή της κήρυξής του πολέμου, το 1940, κλήθηκε να υπηρετήσει στην πρώτη γραμμή και πήρε μέρος σε μεγάλες μάχες. Οι συνθήκες διαβίωσης πάνω στα βουνά ήταν πολύ σκληρές για εκείνον και τους υπόλοιπους φαντάρους.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 καταφέραμε με μια μικρή ομάδα να μπούμε παράνομα στην Αλβανία του Χότζα και να κινηματογραφήσουμε το πρώτο ντοκιμαντέρ της ιδιωτικής τηλεόρασης για την εποποιία του ’40. Διαπιστώσαμε τότε, και το κάναμε και τίτλο του ντοκιμαντέρ, ότι οι Βορειοηπειρώτες δεν ξεχνούν.
Σε λίγες μέρες συμπληρώνονται 74 χρόνια από το πρωί της 28ης Οκτωβρίου 1940, όταν ήχησαν οι σειρήνες και οι καμπάνες του πολέμου. Όλοι οι Έλληνες, χωρίς καμιά άλλη σκέψη, υπάκουσαν στο εθνικό προσκλητήριο, πήραν το όπλο και έτρεξαν στις χιονισμένες κορφές της Πίνδου για να υπερασπιστούν την Πατρίδα και να πεθάνουν με τιμή.
Τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1914, ὁ ἑλληνικός στρατός ἔκανε γιά δεύτερη φορά τήν εἴσοδό του στή Βόρειο Ἤπειρο. Πέρασαν ἑκατό χρόνια ἀπό τότε. Τόν καιρό ἐκεῖνο, τό ἑλληνικό κράτος ἀσχέτως κυβερνήσεων καί ὁ ἑλληνικός λαός καθολικά, ἤθελαν, ἤλπιζαν, ἐπιδίωκαν νά συμπεριλάβουν στά σύνορα τῆς χώρας ὅλα τά ἐθνολογικά καί ἱστορικά ἑλληνικά ἐδάφη.
Ο χώρος της Χιμάρας είναι τόπος εγκατάστασης των Χαόνων, μιας πελασγικής φυλής που κατοίκησε σ’ όλη την Παραδριατική Ήπειρο απ’ τον Κάλαμο ως τον Αυλώνα, δίδοντας το όνομά της στην περιοχή (Χαονία). Σήμερα περιοχή Χιμάρας θεωρείται η Β.Δ. του Δελβίνου (με όριο τον ποταμό Καλεσιώτη) και Ν. του Αυλώνος (με όριο τα Ακροκεραύνια όρη) περιοχή και ειδικότερα επτά χωριών πού κράτησαν αδιάσπαστη την συνείδηση της ιστορικής ελληνικής συνέχειας: Χιμάρα, Δρυμάδες, Παλάσα (τα οποία παραμένουν ελληνόφωνα), Βούνο, Πήλιουρι, Κηπαρό και Κούδεσι.
Τον Αύγουστο του 1922 ο τουρκικός στρατός άρχισε να φθάνει στη Σμύρνη. Το μέτωπο είχε καταρρεύσει λίγες ημέρες νωρίτερα και πολλοί άντρες του ελληνικού στρατού αναζητούσαν καταφύγιο στα παράλια, λαβωμένοι και απογοητευμένοι.
Η τραγωδία των εγκλωβισμένων Ηπειρωτών αναδεικνύεται στο δραματικό ψήφισμα που οι κάτοικοι της Κορυτσάς επέδωσαν στους πρέσβεις των Μεγάλων Δυνάμεων στο Λονδίνο το 1913 και το οποίο τελικά οδήγησε στο Πρωτόκολλο της Κέρκυρας (1914), την πρώτη διεθνή αναγνώριση της ελληνικότητας της Βορείου Ηπείρου. Αντίγραφο του ψηφίσματος στα αγγλικά ανακαλύφθηκε πρόσφατα στις συλλογές του Ινστιτούτου Χούβερ από τον γράφοντα.