Το μεγαλείο του «ΟΧΙ» στο διάβα του χρόνου

Το μεγαλείο του «ΟΧΙ» στο διάβα του χρόνου

Διάβαζα τις προάλλες για τη συγκρότηση, με απόφαση του πρωθυπουργού, «Συμβουλευτικής Επιτροπής Υψηλού Επιπέδου για την Τεχνητή Νοημοσύνη» με πολυεστιακούς στόχους (οικονομία, κοινωνία, κλιματική αλλαγή, εργασία, παραγωγικότητα, εθνική ψηφιακή κυριαρχία κλπ) και ένιωσα περηφάνια γιατί νέοι άνθρωποι, με επικεφαλής τον διακεκριμένο διεθνώς Κωνσταντίνο Δασκαλάκη, θα συνδράμουν αμισθί στο έργο αναβάθμισης της πατρίδας μας στο υψηλότερο πεδίο εξέλιξη της.

Σχεδόν ασυναίσθητα όμως σκίασε τη χαρά μου η σκέψη ότι το φως της επιστημοσύνης, η ευφυῒα, η αριστεία των σύγχρονων Ελλήνων εξουσιάζουν τη φλόγα του συναισθήματος. Κι αυτό είναι αρνητικός οιωνός σε εθνικό επίπεδο, γιατί «η εξυπνάδα στον πόλεμο δεν χρειάζεται παρά για το τεχνητό μέρος», όπως έγραφε ο Σπύρος Μελάς το 1940 στην εφημερίδα «Εστία».

Τότε που τα ελληνικά νιάτα πήραν στους ώμους τους την τύχη της Ελλάδας, την ελευθερία, την τιμή, την εθνική της ύπαρξη και, ξεπερνώντας την αριθμητική και εξοπλιστική υπεροχή του εχθρού, εξάντλησαν τα ψυχικά και σωματικά αποθέματα των δυνάμεών τους στις γραμμές του μετώπου, όπου αποθεώθηκε ο ηρωισμός στα όρια της εοποιῒας και η αδάμαστη θέλησή τους για νίκη.

Αποθεώθηκε το «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος» στην ψυχή και του πιο αγράμματου φαντάρου, ο οποίος – με το ένστικτο της ιστορίας – δήλωσε έτοιμος για εθελοθυσία στα βουνά της Αλβανίας τα χαράματα της 28ης Οκτωβρίου. Έτοιμος να ρίξει τους Ιταλούς στη θάλασσα.

Αποθεώθηκε ουσιαστικά το μυστικό του ηρωισμού των Ελλήνων της εποχής εκείνης. Μυστικό που απαιτούσε πρόταγμα του «εμείς» έναντι του «εγώ», επιμονή, αντοχή και αυταπάρνηση, ώστε να δώσουν ουσία στη συνέχεια της ένδοξης ιστορίας μας και να μην την κουβαλούν σαν «κρύα» γνώση όπως πολλοί πολυσπουδαγμένοι στις μέρες μας.

Έτσι φτάσαμε στη δόξα του '40, όπου – μέσα από την κραυγή «Αέρα» που έσμιγε με εκείνην των σαλπίγγων επίθεσης – αναδείχθηκε ο θησαυρός της παλικαροσύνης των πατέρων και των παππούδων μας επί των στρατευμάτων του Μουσολίνι. Ένας θησαυρός γεμάτος από τα κλέη των αρχαιοελληνικών αξιών τι οποίες ανέδειξαν διαχρονικά οι ημερομηνίες-ορόσημα στη ζωή του ελληνικού έθνους.

Αξίες που αποτελούν φωτεινά μετέωρα ηρωισμού και εθελοθυσίας, τα οποία δυστυχώς προσπερνάμε στον σύγχρονο εθνικό βίο μας, σκυθρωποί είτε από πάθη και ιδιωτικά συμφέροντα είτε από το βάρος της καθημερινής βιοπάλης και συγκυριακών τραγωδιών.

Αξίες που, για να τις υπερασπιστούν οι Έλληνες στον ελληνοϊταλικό πόλεμο και την γερμανική Κατοχή τσάκισαν τα χέρια και τα πόδια τους, μάτωσαν τα κορμιά και τις ψυχές τους, πέθαναν απ' την πείνα και είδαν με πόνο ψυχής χαλάσματα τις περιουσίες τους, κουρσεμένα τα χωριά και ρημαγμένα τα σπίτια τους, για να μπορεί να σταθεί όρθια η Ελλάδα με το σπαθί της τιμής στα χέρια.

Της τιμής του μεγάλου «ΟΧΙ» που εκστομήθηκε από τον πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά, για να επιβεβαιωθεί στη συνέχεια στα πεδία των μαχών ο λόγος του Θουκυδίδη «ὸ εὔδαιμον τὸ ἐλεύθερον, τὸ δ' ἐλεύθερον τὸ εὔψυχον» («Περικλέους Ἑπιτάφιος Λόγος», μτφ: «Η ευτυχία προϋποθέτει την ελευθερία και η ελευθερία την ευψυχία»).

Λόγος μεστός από ουσία για την αξία της ελευθερίας την οποία αναζητάμε και σήμερα για λογαριασμό του κατεχόμενου επί 49 χρόνια από τους Τούρκους 37% της Κύπρου, χωρίς να ξεχνάμε παράλληλα και τις αλησμόνητες πατρίδες του Ελληνισμού: την Βόρεια Ήπειρο, την Ίμβρο, την Τένεδο, την Μεγάλη Ελλάδα και την Κωνσταντινούπολη, η οποία πασχίζει αγκομαχώντας να διατηρήσει αλώβητα τα χνάρια του Μικρασιατικού Ελληνισμού κάτω από τη στάχτη του χρόνου.

Τα χνάρια του Ελληνισμού πρέπει να κρατάμε άσβηστα οι Έλληνες, για να κάνουμε συνείδηση το πνεύμα της Φυλής μας μέσα από αγώνες υπεράσπισης των δικαίων και των κεκτημένων μας. Μέσα από αγώνες υπεράσπισης της ατομικής, κοινωνικής και εθνικής ελευθερίας μας σε μια εποχή «αρματωμένης» ανελευθερίας και υποδούλωσης του ανθρώπου στα δεσμά της ύλης και της εξουσίας.

Το 1940-'41 ο ελληνικός λαός έπαιξε με τη ζωή και το θάνατο. Στην πρώτη απάντησε με ένα μεγάλο «Ναι» και στον δεύτερο με ένα μεγάλο «Όχι». Είπε «Ναι» στο κάλεσμα της πατρίδας την 28η Οκτωβρίου. Κάλεσμα που μετουσίωσε σε θυσία καταπληκτική και αντίσταση καταπληκτικότερη, με κύριο χαρακτηριστικό της την καρτερία.

Είπε «Όχι» στον χορό που στήθηκε από τον Άξονα στα αλώνια του θανάτου. «Όχι» στον δισταγμό, τη μικροψυχία, το παζάρεμα της προσφοράς και τον υπολογισμό του «εγώ» έναντι του «εμείς» στον αγώνα κατά της φασιστικής Ιταλίας του Μουσολίνι και της ναζιστικής Γερμανίας του Χίτλερ, οι οποίες είχαν σαν βακτηρία τους την βουλγαρική βουλιμία για την Μακεδονία.

Ήταν η μάχη του Δαβίδ απέναντι στον Γολιάθ, η οποία έδωσε δύναμη στην πανανθρώπινη ψυχή της αντίστασης φωτίζοντας τον δρόμο της αρετής, της λευτεριάς και της περηφάνιας για τους λαούς που τον πολεμούσαν.

Η νικητήρια κλαγγή των ελληνικών όπλων εμψύχωσε την έντρομη Οικουμένη και έκανε ολοζώντανη και χειροπιαστή την προοπτική της νίκης των Συμμάχων επί του Άξονα στα θέατρα των μαχών του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.

Ογδόντα τρία χρόνια μετά το «ΟΧΙ» του Μεταξά με το «Alors, c' est la guerre!» (Ώστε έχουμε πόλεμο!) της απάντησής του στο ιταμό τελεσίγραφο που του ενεχείρισε ο πρέσβης της Ιταλίας στην Αθήνα Εμανουέλε Γκράτσι, εκείνη η ηχώ της νίκης των ενωμένων Ελλήνων τιμάται επετειακά με αποφορτισμένο σαφώς τον διονυσιακό της παλμό από το ξεθώριασμα των αξιών στο διάβα του χρόνου.

Ξεθώριασμα που οφείλουμε να απαλείψουμε, για να υπενθυμίζουν ες αεί αυτές οι αξίες στις νέες γενιές τις ηρωικές πράξεις του λαού μας. Το μεγαλείο της θυσίας του για την πατρίδα και την ελευθερία και την αξία της αντίστασής του στον Φασισμό-Ναζισμό.

Το»μεγαλείο του «ΟΧΙ» της 28ης Οκτωβρίου του 1940 ήταν έργο των πανελλήνων. Έργο που το εκκόλαψε η Ελλάδα των Μηδικών πολέμων, του 1821 και των Βαλκανικών Πολέμων του '12-'13, μέχρι να φτάσουμε στον Β' ΠΠ.

Ήταν το μεγαλείο ενός έπους. Του Έπους που γράψαμε στα βουνά της Πίνδου διατρανώνοντας την αγάπη προς την πατρίδα και την ελευθερία, προς επιβεβαίωση του λόγου του Κάλβου («Θέλει Αρετή και Τόλμη η Ελευθερία»).

Προς επιβεβαίωση και των πιστών στις παραδόσεις φρουρών των συνόρων μας που αγρυπνούν σήμερα στο Αιγαίο και οραματίζονται σκηνές από αρχαιότατα παραμύθια και λαϊκούς θρύλους με τη Γοργόνα του Μεγαλέξανδρου και το αθάνατο νερό.

Θρύλους που τη θέλουν να προβάλλει από τα κύματα κάτι αξημέρωτες νύχτες κρατώντας στο αριστερό την ασπίδα και στο δεξί την μακεδονική σάρισα, για να ρωτήσει τους ναυτικούς των καραβιών με γαλάζια σημαία:

- Ναύτη, καλέ ναύτη, ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος;

Και να χαθεί στη συνέχεια στη θάλασσα ησυχασμένη από την απάντηση σηκώνοντας προηγουμένως – «εις το φως το μελιχρόν της σελήνης», όπως θα 'λεγε ο Παπαδιαμάντης – το κρινένιο της χέρι για χαιρετισμό.

-Ζει και βασιλεύει και τον κόσμο κυριεύει!

Απάντηση εγκιβωτισμένη σε εκείνην που έδωσαν, για λογαριασμό της Ελλάδας, οι ήρωες του 1940 πολεμώντας σε ξηρά, αέρα και θάλασσα «Για του Χριστού την Πίστη την Αγία και της Πατρίδος την Ελευθερία!».

Προτάγματα του Αγώνα του 1821 που επιβεβαιώθηκαν με την αυτοθυσία και τον πατριωτισμό τους στο Έπος της Πίνδου, το οποίο αποτελεί πολύτιμη ιστορική παρακαταθήκη για μας και οδοδείκτη υπεράσπισης των κεκτημένων του Ελληνισμού μέσα και έξω από τα σύνορα της Ελλάδας.

Κρινιώ Καλογερίδου

Σχετικά άρθρα


Σχόλια

Προσθήκη σχολίου