Αλβανία: Οι μεσίτες ζητούν τα έσοδα από την πώληση πρώτης κατοικίας να απαλλάσσονται από φόρο

Αλβανία: Οι μεσίτες ζητούν τα έσοδα από την πώληση πρώτης κατοικίας να απαλλάσσονται από φόρο

Η NAREA (Εθνική Ένωση Μεσιτών Ακινήτων Αλβανίας) προτείνει, κατά τη μεταβίβαση του τίτλου ιδιοκτησίας, εάν υπάρχει φορολογητέο κεφαλαιουχικό κέρδος, η φορολογητέα βάση (τιμή πώλησης μείον τιμή αγοράς/απόκτησης) να διορθώνεται με τον ετήσιο ρυθμό πληθωρισμού για κάθε έτος από τη στιγμή της αγοράς έως την πώληση, καθώς και με τα οικονομικά κόστη που δημιουργούνται κατά την ανάληψη της κυριότητας ή κατά τη διάρκεια της ιδιοκτησίας (κόστος χρηματοδότησης της αγοράς, τόκοι τραπεζικών στεγαστικών δανείων, αποκαταστάσεις κ.λπ.). Η βάση διορθώνεται όπως προαναφέρθηκε και η NAREA προτείνει να φορολογηθεί το εισόδημα κεφαλαίου με όχι περισσότερο από 3%.

Εάν το εισόδημα που αποκτήθηκε από την πώληση ακινήτων επανεπενδυθεί για αγορά άλλου ακινήτου εντός 12 μηνών από τη στιγμή της πώλησης, τότε επιστρέφεται ο φόρος που εισπράχθηκε μέσω του πραγματοποιηθέντος κεφαλαίου. Σύμφωνα με τη NAREA, παραδείγματα σε χώρες όπως η Ουγγαρία, η Ιταλία, η Γερμανία και οι ΗΠΑ δείχνουν ότι η επανεπένδυση εντός 12 μηνών από το εισόδημα που αποκτήθηκε από την πώληση ενός περιουσιακού στοιχείου δεν είναι μόνο αφορολόγητη, αλλά και ενθαρρύνεται για την τόνωση των κλάδων της ακίνητης περιουσίας και των κατασκευών, οι οποίοι συνεισφέρουν 25-35% στην αύξηση του ΑΕΠ της χώρας.

Αυτό το κίνητρο χρησιμεύει επίσης ως εργαλείο για την παρακολούθηση των ταμειακών ροών, αναδεικνύοντας τη συνεισφορά στους τομείς των ακινήτων και των κατασκευών, και μετριάζοντας τους κινδύνους που συνδέονται με το ξέπλυμα χρήματος. Στο μεταξύ, η NAREA σημειώνει ότι η καθυστέρηση στην κοινοβουλευτική αντιμετώπιση της νομοθετικής πρότασης για την επανεκτίμηση των ακινήτων και η αβεβαιότητα για το μέλλον έχουν επιφέρει αρνητικά αποτελέσματα στην αγορά, καθώς καθυστερώντας την αντιμετώπιση αυτής της πρότασης, βαθαίνει το κενό των προς πώληση ακινήτων.

Με βάση τα εθνικά δεδομένα, η NAREA σημειώνει ότι σε σύγκριση με τα έτη που ο φόρος διατηρούνταν στο επίπεδο του 15%, σε περιόδους δημοσιονομικής ελάφρυνσης όπου ο φορολογικός συντελεστής εφαρμόζεται όχι περισσότερο από 3%, ο κλάδος όχι μόνο γνωρίζει ανάπτυξη και επέκταση, αλλά και ο προϋπολογισμός συγκεντρώνει περισσότερα έσοδα, στα επίπεδα των 35-40 εκατ. ευρώ. Από τη σύγκριση των τελευταίων 5 ετών, προκύπτει ότι τα έτη 2020-21-22, όπου ο φόρος ήταν στο επίπεδο του 3%, ο κρατικός προϋπολογισμός πραγματοποίησε κατά μέσο όρο 44 εκατ. ευρώ εισόδημα για κάθε έτος μέσω αυτού του φόρου, δηλαδή περίπου 60% περισσότερα σε σχέση με το 2019, όπου ο φόρος ήταν 15%.

Η NAREA υποστηρίζει ότι μια τόσο υψηλή δημοσιονομική επιβάρυνση 15% επιβραδύνει τις συναλλαγές, αποθαρρύνει τις επενδύσεις, μειώνει την κατανάλωση αποθεμάτων και συρρικνώνει τον κλάδο, οδηγώντας σε πτώση κατά 250-300 εκατ. ευρώ και επηρεάζει αρνητικά τα πραγματοποιηθέντα έσοδα του προϋπολογισμού κατά τουλάχιστον 35-40 εκατ. ευρώ. Προάγει επίσης την ανεπάρκεια και την αποφυγή της επιβάρυνσης μέσω πιο εξελιγμένων τρόπων και εξουδετερώνει τη θετική επίδραση κάθε πρωτοβουλίας για διορθώσεις της φορολογητέας βάσης.

Σχετικά άρθρα


Σχόλια

Προσθήκη σχολίου